Άστεγοι: Το παιδί σου ξέρει ότι υπάρχουν;

Σάββατο βράδυ, ηλεκτρικός για Μοναστηράκι, περπάτημα στη νυχτερινή και σιωπηλή οδό Αθηνάς μέχρι τη Βαρβάκειο κι εκεί ξαφνικά… πολύς κόσμος. Βρέθηκα εκεί με τον γιο μου (σχεδόν 15) απλώς και μόνο επειδή ανταποκριθήκαμε σε μια πρόσκληση δράσης για την υποστήριξη των αστέγων της Αθήνας που κοινοποιήθηκε στο Facebook από μια ομάδα άγνωστων φίλων σε συνεργασία με το σωματείο Γέφυρα, τα μέλη της οποίας προσφέρουν σημαντική δουλειά στο δρόμο. Οι εικόνες και τα συναισθήματα από εκείνη τη βραδιά είχαν μεγάλη ένταση και για τους δυο μας. Αποφάσισα να τα καταγράψω εδώ κι ας είναι κάπως χύμα κι ανεπεξέργαστα, επειδή τα γραπτά μένουν κι εγώ θέλω να μείνουν και να διατηρηθούν.

homeless
Δεν βρήκα τη δύναμη να τραβήξω φωτογραφίες εκείνο το βράδυ. Η φωτό είναι δανεική.

Το εγχείρημα γινόταν στην οδό Αθηνάς, απέναντι από τη Βαρβάκειο Αγορά, μέσα και έξω από το χώρο του Συν Αθηνά του Δήμου Αθηναίων. Εμείς βρεθήκαμε εκεί με πρωτοβουλία του αθλητικού συλλόγου στον οποίο ανήκει ο γιος μου. Όταν φτάσαμε στο χώρο είχανε μαζευτεί πάρα πολλά ρούχα και τρόφιμα, υπήρχε ήδη ένα πλήθος εθελοντών, και είχανε δημιουργηθεί ομάδες διαλογής και ομάδες διανομής (για τα ρούχα και τα τρόφιμα). Οι άνθρωποι του αθλητικού συλλόγου μας εξήγησαν πώς λειτουργούσαν τα πράγματα εκεί κάτω από την επίβλεψη της Γέφυρας και μας σύστησαν στον Τάσο. Ρώτησα τον γιο μου σε ποια ομάδα θα ήθελε να συμμετέχουμε, μου είπε διανομή κι έτσι ξεκινήσαμε το κολύμπι από τα βαθιά.

Μας χώσανε στην ομάδα 14 πράγμα που σήμαινε πως έπρεπε να περιμένουμε περίπου μία ώρα μέσα στο νυχτερινό αγιάζι (χαλάλι του). Ευτυχώς φορούσα το κόκκινο σκουφί μου. Για να παρηγορηθούμε από το κρύο πήραμε ένα ζεστό ρόφημα εγώ και μια ζεστή τυρόπιτα ο γιος. Στο μεταξύ στην περιοχή είχε πέσει σύρμα ότι μοιράζονται πράγματα με αποτέλεσμα να έχουν μαζευτεί στο πεζοδρόμιο διάφοροι ενδιαφερόμενοι, όλοι ους δυσκολεμένοι (μετανάστες, χρήστες ουσιών, και κάποιοι άστεγοι) οι οποίοι διεκδικούσαν το μερίδιό τους, λιγότερο ή περισσότερο φωναχτά και κάποιοι δημιουργούσαν εντάσεις. Οι άνθρωποι της Γέφυρας τους έβαλαν στη σειρά και συγχρόνως δημιούργησαν μια αλυσίδα περιφρούρησης για να αποφευχθεί το χάος. Θαύμασα τη σοφή τους αυστηρότητα. Η πολιτική της Γέφυρας είναι να δίνει σε όλους όσους έχουν ανάγκη, ακριβοδίκαια, σε όλους από λίγο για να φτάσουν τα πράγματα γα όσο περισσότερους γίνεται. Ο γιος μου δήλωσε ότι ντρεπόταν να τρώει μπροστά σε αυτούς τους ανθρώπους και κάθισε για λίγο παράμερα μέχρι να τελειώσει.

Κάποτε ήρθε η σειρά μας για δράση. Η ομάδα 14 είμαστε έξι άτομα και συσπειρωθήκαμε γύρω από τον «οδηγό» μας, τον Αντώνη, μέλος της Γέφυρας που είχε περασμένο ταμπελάκι με το όνομα της οργάνωσης στο λαιμό και θα μας καθοδηγούσε στο μικρό μας οδοιπορικό αφού γνώριζε τα στέκια των αστέγων, τα ονόματά τους και θα μας προφύλασσε από τις κακοτοπιές του δρόμου.

Ξεκινήσαμε. Η βόλτα μας υπήρξε αρκετά μεγάλη διότι οι άστεγοι που συναντούσαμε είχαν ήδη πάρει πακέτο βοήθειας από τις προηγούμενες ομάδες εθελοντών. Φτάσαμε στο Μεταξουργείο και γυρίσαμε μέσω Ομόνοιας. Ο καθένας από τους έξι μας κρατούσε από μια σακούλα τρόφιμα. Παρακολουθούσα με διακριτικότητα τον γιο μου να παρατηρεί ή μάλλον να «ρουφάει» το περιβάλλον: κινέζικα μάρκετ με υπερμεγέθεις ταμπέλες με ιδεογράμματα με τα φώτα τους ακόμα ανοιχτά, φθηνά εστιατόρια με έθνικ κουζίνες, ασιατικές, ρωσικές, και άλλες, μεγάλες αντρικές παρέες μεταναστών με θυμό στο βλέμμα στα πεζοδρόμια, είσοδοι μπουρδέλων στη σειρά βαμμένες σε ζωηρά χρώματα, το απαραίτητο φωτάκι, ανοιχτή πόρτα και φανερή κίνηση θαμώνων, τοξικομανείς που ετοιμάζανε τη δόση τους στα πεζοδρόμια σε κάτι καπάκια μπίρας, ένα στενό σπαρμένο με χρησιμοποιημένες σύριγγες και τις νάυλον συσκευασίες τους, κάτι εγκαταλειμμένα κουφάρια νεοκλασικών που κάποτε στέγαζαν το εμπορικό στο ισόγειο και τη φαμίλια στον όροφο, άλλα πιο ταπεινά μονώροφα εμπορικά κι αυτά ερημωμένα… Και βέβαια ένα σωρό συμπολίτες μας με όψη ταλαιπωρημένη από κακουχίες, άδειο βλέμμα, που συχνά μιλάνε μόνοι τους, και που οι χαρές τους, οι αγωνίες και οι φόβοι τους χωρούν σε ένα σούπερ σάιζ χαρτόκουτο και δύο νάυλον σακούλες.

Τελικώς οι δικές μας σακούλες μας με το περιεχόμενό τους βρήκαν τον προορισμό τους σε μια ομάδα Σύρων προσφύγων που περίμεναν το πούλμαν που θα τους οδηγούσε στα σύνορα κι από εκεί στο όνειρο της βόρειας Ευρώπης. Κάποιοι εξ’ αυτών μας ευχαρίστησαν ιδιαίτερα θερμά, κάποιοι άλλοι μας κοίταζαν κουμπωμένοι. Και τα δύο αναμενόμενα.

Δεν θα μιλήσω για την αλληλοβοήθεια που εννοείται ότι ήταν ο πυρήνας αυτής της δράσης. Θα μιλήσω για γνώση, για γνωριμία με τον άλλο, τον αποτυχημένο, τον σκοτεινό άλλο (και τη σκοτεινή πλευρά του δικού σου εαυτού), αυτόν που δεν ξέρεις, πιθανότατα δεν γουστάρεις να γνωρίσεις και που προτιμάς να σκέφτεσαι ότι δεν υπάρχει. Και όχι, το ότι είσαι άστεγος δεν σε κάνει αυτομάτως συμπαθή, καθένας έχει το χαρακτήρα του και σίγουρα φέρει και ένα μερίδιο ευθύνης για το ότι βρέθηκε σ’ αυτή τη θέση, χωρίς να μπορεί ή χωρίς να θέλει να ζητήσει βοήθεια από το προσωπικό του ανθρώπινο δίχτυ ασφαλείας. Σε μια εποχή που η πλειονότητα των οικογενειών με παιδιά έχει μετοικήσει στα προάστια, δεν έχει σημασία αν αυτά είναι βόρεια ή δυτικά, προάστια ευκατάστατων αστών ή μικρομεσαίων, τα παιδιά και κυρίως οι έφηβοι έχουν ξεκόψει από τον ιστό της πόλης, την πραγματικότητά της, τις εικόνες της, τους κινδύνους της, το πολυποίκιλο ανθρώπινο δυναμικό της. Και προσωπικά βρίσκω εντελώς απαραίτητο για αυτά τα παιδιά, ιδίως τα μεγαλύτερα, να μάθουν από πρώτο χέρι τι συμβαίνει στην καρδιά της πόλης, πώς γίνονται οι δοσοληψίες στην κεντρική αγορά, να κόψουν φάτσες, να ζυγίσουν βλέμματα, να ξεχωρίσουν αληθινά από ψεύτικα χαμόγελα, να νιώσουν πώς είναι να μιλούν γύρω τους ξένες γλώσσες (εκτός της αγγλικής) και να μην καταλαβαίνουν γρι και πάνω απ όλα να γνωρίσουν τους συμπολίτες τους που οι χαρές τους, οι αγωνίες και οι φόβοι τους χωρούν σε ένα σούπερ σάιζ χαρτόκουτο και δύο νάυλον σακούλες.

Ο Κ όταν είδε την κατάσταση των ανθρώπων στα πεζοδρόμια είπε «Ξέρεις, κάποιοι συμμαθητές μου δεν θα πιστέψουν ότι αυτά που είδα, υπάρχουν». Κι αν δεν συνειδητοποιήσουν ότι ο παραλογισμός, η αθλιότητα, η αδικία και η ασχήμια υπάρχουν, τότε πώς κάποια από αυτά τα παιδιά θα θυμώσουν με αυτά για να τα ανατρέψουν και να γίνουν μέρος της λύσης σε μερικά χρόνια. Με τη συμμετοχή τους σε τέτοιου είδους δράσεις ανακαλύπτουν πως είναι ικανά να κάνουν πράγματα για να αλλάξουν καταστάσεις.

Δεν ξέρω αν κατάφερα να σας παρασύρω μέσα στο λαβύρινθο της νυχτερινής Αθήνας, που μιλάει πολλές γλώσσες, που πεινάει, που βρωμάει, που χτυπάει ενέσεις, που εκδίδεται, και που αν παραδεχτούμε την ύπαρξή της στον εαυτό μας και στα παιδιά μας, υπάρχει η ελπίδα την αλλάξουμε. Με πολλή και «βρώμικη» δουλειά.

Εδώ θα βρείτε τα στοιχεία επικοινωνίας της Γέφυρας, αν θέλετε να προσφέρετε το χρόνο σας ή τον οβολό σας.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Χριστουγεννιάτικοι γερανοί

Διέσχιζα την Βασιλέως Κωνσταντίνου με το αυτοκίνητο κι εκεί στο ύψος της Εθνικής Πινακοθήκης τους είδα να χορεύουν συντονισμένα πάνω απ’ το κεφάλι μου: ήταν δύο και ήταν λες και εκτελούσαν χορογραφία – καπρίτσιο της τύχης, το ξέρω, μα μου έδωσαν πολύ χαρά. Δυο γερανοί ήταν, σιδερένιοι, που συμμετείχαν στα έργα επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης και όπως έχω ξαναγράψει αγαπώ πολύ τα εργοτάξια και τους γερανούς. Με προετοιμάζουν για κάτι καινούριο που πρόκειται να γεννηθεί και μου προκαλούν παιδικό ενθουσιασμό. Δυστυχώς δεν μπορούσα να τους βγάλω φωτογραφία μιας και τα δυο μου χέρια ήταν απασχολημένα στο τιμόνι.

geranos_monastiraki

Όμως στον περίπατό μου στο Μοναστηράκι λίγες μέρες αργότερα συνάντησα έναν άλλο γερανό, μοναχό του αυτήν τη φορά, μάρτυρα των έργων μεταστέγασης του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης. Κι επειδή το φως του απογεύματος έδινε μια πολύ ιδιαίτερη παλέτα χρωμάτων μπήκα στον πειρασμό να τον φωτογραφήσω.

Γι’ αυτό το κάτι καλύτερο που περιμένουμε μέσα μας να γεννηθεί. Καλά Χριστούγεννα! Καλά Χριστούγεννα και όχι καλές γιορτές γενικώς και αορίστως, είτε είστε χριστιανοί είτε όχι, είτε θρησκεύεστε είτε δεν θρησκεύεστε, διότι η γέννηση του καινούριου είναι σημαντικό γεγονός που μεταμορφώνει τη ζωή.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Μια χαραμάδα φως

Η χτεσινή ημέρα ήταν λουσμένη στον ήλιο. Η τύχη μου με έφερε δίπλα στη θάλασσα και ρούφηξα το φως άπληστα, τρεις ώρες σερί. Το δάσος του Σχινιά (για να αποκαλύψω και πού ήμουνα) ανέδινε το χαρακτηριστικό άρωμα των πευκοβελόνων όσο κρατούσε η πρωινή υγρασία. Εναλλάξ έφτανε στα ρουθούνια και η μυρωδιά του ιωδίου από το κύμα. Πήγα στον Σχινιά για να παρακολουθήσω τα «Μαραθώνια», ένα ετήσιο αθλητικό γεγονός ανώμαλου ανώμαλου δρόμου στο οποίο συμμετείχε για πρώτη φορά ο γιος μου, 2000 μέτρα, κούρσα αντοχής. Κατά καιρούς συμμετείχε και σε άλλους αγώνες όπως είχα γράψει εδώ κι εδώ.

anomalos_dromos

Η μέρα καταγράφεται ως σημαντική για την οικογενειακή μας ιστορία, όχι εξαιτίας κάποιου μεταλλίου ή άλλης εξαιρετικής διάκρισης αλλά επειδή ήταν ο πρώτος αγώνας στον οποίο ο γιος μου τιθάσεψε το άγχος του και αφέθηκε να ευχαριστηθεί το τρέξιμο που τόσο αγαπάει από την αρχή μέχρι το τέλος. Μου είπε τα εξής: Του άρεσε που πατούσε χώμα αντί για ταρτάν και που είχε να παλέψει με φυσικά εμπόδια όπως λακκούβες, προεξοχές βράχων, θάμνους, πεσμένους κορμούς. Οι παγίδες της φύσης έδιναν λέει, πραγματικό νόημα στη δοκιμασία (του θύμισαν, λέει, την ταινία Hunger Games). Του άρεσε ακόμα που μπορούσε να ακουμπάει το βλέμμα στο πράσινο των δέντρων (είναι και ρομαντικός) και που δεν χρειαζόταν να έχει οπτική επαφή με τους θεατές παρά μόνο στην αρχή και στον τερματισμό. Του άρεσε που έτρεχε στην ηρεμία του δάσους, που δεν ένιωθε τα μάτια του κοινού καρφωμένα πάνω του, που άκουγε μόνο το τρίξιμο των παπουτσιών, των δικών του και των συναθλητών του πάνω στο έδαφος.

Εμένα μου άρεσε το χαμόγελό του που έφτανε στα μάτια και το ήρεμο, χορτάτο βλέμμα μετά τον αγώνα. Σαν να μεγάλωσε λίγο το παιδί μου αυτή τη μέρα. Και μετά ήπιαμε πορτοκαλάδα με καλαμάκι από το μπουκάλι και ελληνικό καφέ σερβιρισμένο ταβερνίσια, σε γυάλινο ποτήρι «Γιούλα» δίπλα στο κύμα – στην κυριολεξία. Και μιλήσαμε κάμποσο. Για τις καλύτερες στιγμές του αγώνα. Για τις πιο αστείες στιγμές του αγώνα. Και για άλλα μικρά και μεγάλα της ζωής.

Ήταν μια χαραμάδα φως μέσα σε μια ιδιαίτερα σκοτεινή περίοδο. Τυχεροί που έχουμε τον ήλιο της Αττικής. Ακόμα πιο τυχεροί όσοι έχουμε τον προσωπικό μας ήλιο να μας ζεσταίνει.

Συνεχίστε την ανάγνωση