Μου λείπεις Ατρόμητη. Τώρα που έφτασα στον τόπο διακοπών μας που τόσο αγαπούσες, ακόμη περισσότερο.
Έμεινε άθικτη η άμμος σου μέσα στη συσκευασία της στην αποθήκη. Ήρθε ο πορτοκαλής γάτος της φίλης και γειτόνισσας για να σε βρει. Μύριζε επίμονα το περβάζι του παραθύρου, κοίταζε μέσα από το τζάμι αλλά ματαίως. Δεν μπορούσε να σε βρει πουθενά. Ναι, αυτός ο γλυκός αρσενικός που του έκανες ζοριλίκια.
Ήσουν η καλύτερη δασκάλα. Επίμονη και διεκδικητική όσο λίγες σπιτόγατες. Κυνηγός από κούνια παρόλο που γεννήθηκες στην αιχμαλωσία και αποχωρίστηκες νωρίς τη μαμά γάτα. Έφτασες μέχρι σπουργίτι.
Πέρασαν σχεδόν τέσσερα χρόνια για να πηδήξεις και να κουρνιάσεις στην αγκαλιά μου. Μέχρι τότε ξάπλωνες δίπλα μου σε απόσταση λίγων εκατοστών. Όταν όμως αποφάσισες να με εμπιστευτείς, γουργούριζες σαν κομπρεσέρ. Το ήξερες ότι οι Ιταλοί το λένε αυτό fare la fusa; Η θύμηση του γουργουρητού σου μου καίει τα μάτια – δεν πειράζει, νιώθω ευγνώμων.
Υπήρξες μακράν η καλύτερη bitch που έχω σηναντήσει ανάμεσα σε δίποδα και τετράποδα. Ουαί κι αλίμονό μου αν είχα απορροφηθεί στον υπολογιστή ή στο βιβλίο μου και καθυστερούσα να σε σερβίρω. Με κάρφωνες σταθερά και επίμονα στα μάτια, ακολουθούσε πατουσάκι υπενθύμισης στο μηρό μου, αν σε αγνούσα μετά έριχνες κάποιο μικρό μπιμπελό από το χαμηλό ράφι της βιβλιοθήκης κι αν συνέχιζα να αγνοώ τα κελεύσματά σου, θα έπεφτε και καμιά νυχιά!
Λυπάμαι που είχες ταλαιπώρια τους έξι τελευταίους μήνες της ζωής σου. Λαχταρούσες το φαγάκι σου και μετά το έκανες εμετό (*). Ήταν πρωτόγνωρο για σένα, ένιωθες αδύναμη, αδυνάτιζες αλλά δεν διαμαρτυρήθηκες ποτέ. Μόνο που βοήθηκες λιγουλάκι – ακόμα και μια Ατρόμητη διακιούται να φοβάται λιγουλάκι σαν πλησιάζει ο θάνατος – και ερχόσουν να κοιμηθείς κάτω από το πάπλωμα. Ξαπλώναμε παρέα, δέρμα με δέρμα και ζεσταινόταν λίγο το αποστεωμένο κορμάκι σου. Κι εγώ φοβόμουν μην σε βρω σκασμένη κάποιο πρωί από την έλλειψη αέρα!
Όμως δεν πήγες από έλλειψη αέρα. Έπρεπε εγώ τελικά να πάρω τη σκληρή απόφαση και να καλέσω στο σπίτι τη γλυκιά Χρύσα για να σου κάνει την ένεση που θα σε έστελνε στον άλλο κόσμο μετά την τελευταία σου κρίση. Σε στείλαμε απέναντι με ένα σολομάκι στο στόμα, να κεράσεις τον βαρκάρη των γατοψυχών.
Πάνε δυο μήνες που σε παράχωσα με τα χεράκια μου σε κήπο αγαπημένο. Ξέρω ότι εκεί έχεις πάντα ένα φρέσκο λουλουδάκι στον μικρό σου τάφο μαζί με σκέψεις αγάπης.
Κλείνω τα μάτια και σε βλέπω ξαπλωμένη στην κουπαστή της βεράντας. Ατενίζεις αγέρωχη το πέλαγος, μισοκλείνεις με απόλαυση τα μάτια ενώ η στιλπνή γούνα σου τρέμει στο μελτέμι. Γεια σου καπετάνισσα! Δεν μου πειράζει κανείς πια το πληκτρολόγιο, να ξες!
(*) εικάζεται ότι η Ατρόμητη αρρώστησε με μεγαοισοφάγο
5 Σχόλια
Πόσο ακόμα πιο όμορφα γράφεις στην ελαφριά σου θλίψη….! Θα την θυμόμαστε την Ατρόμητή σου!
Σ’ ευχαριστώ για τα όμορφα λόγια και το μοίρασμα των συναισθημάτων Ναυσικά!
Βούρκωσα λιγάκι. Είχε καλή παρέα η Ατρόμητη, ένα σπίτι γεμάτο αγάπη, μια καλή ζωή.
Ελπίζω σύντομα να σε συντροφεύει μόνο η γλυκιά ανάμνηση, χωρίς τη θλίψη.
Σ’ ευχαριστώ Στέλλα! Τα ζωάκια που επιλέγουμε (ή μας επιλέγουν) για συντροφιά έχουν πάντα μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μας. Η ζωή παίρνει το δρόμο της και μετά από καιρό μένουν μόνο οι γλυκιές αναμνήσεις.