Το πρώτο που μου χτύπησε όταν διάβηκα το δροσερό κατώφλι του -ισμός στο Γκάζι για να παρακολουθήσω το summer camp για γυναίκες επαγγελματίες ήταν το ειδικά διαμορφωμένο δωμάτιο για την δημιουργική απασχόληση των παιδιών των συμμετεχόντων.
Μπορεί το δικό μου αγόρι να είναι πια αντράκι 15 χρονών όμως είναι ακόμη νωπές οι μνήμες όταν καινούρια και μόνη μαμά πάλευα μεταξύ μεταφραστικών πρότζεκτ, άπλυτων ρούχων και ενός υπερδραστήριου νηπίου που όργωνε το σπίτι και διεκδικούσε την προσοχή μου τις πιο ακατάλληλες ώρες. Σε αυτό το work camp μπορείς να δουλέψεις στο laptop σου σε έναν χώρο με ήρεμα vibes επωφελούμενη από τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας, να παρακολουθήσεις εργαστήρια επαγγελματικής ανάπτυξης, κάθε μέρα και ένα καινούριο (για τη διαπραγμάτευση στις εργασιακές σχέση, για τη χρηματοδότηση πρότζεκτ και επιχειρήσεων, για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλα πολλά) και να γνωρίσεις άλλες ελεύθερες επαγγελματίες, μικρές επιχειρηματίες ή γυναίκες σε αναζήτηση νέου εργασιακού μέλλοντος, πιθανές συνεργάτιδες σε κάποιο επαγγελματικό σου σχέδιο. Κι αν είσαι και μαμά, όσο τα κάνεις αυτά, το βλαστάρι / τα βλαστάρια σου είναι σε καλά χέρια, αυτά των παιδαγωγών της Nannuka. Και ναι, για όλα αυτά υπάρχει αντίτιμο που όμως υπακούει στις απαιτήσεις της λογικής.
Την ημέρα της επίσκεψής μου γινόταν το σεμινάριο για το networking τουτέστιν επαγγελματική δικτύωση από την πολύπειρη Ιλιάδα Κοθρά, δημιουργό του Living Postcards που λέει τα πράγματα με το όνομά τους και ξεκαθαρίζει ότι το networking έχει το δικό του σαβουάρ βιβρ και αν το παραβιάσεις, την έβαψες.
Κάθε μέρα και κάτι καινούριο λοιπόν, μέχρι την Παρασκευή 24 Ιουνίου. Πολλές καινούριες γνωριμίες και πολλές καινούριες ιδέες. Μου αρέσει που υπάρχει κάμποσος κόσμος με ωραίες ιδέες εκεί έξω. Όμως χαίρομαι ακόμη περισσότερο που κάποιοι όπως η Στέλλα Κάσδαγλη και η Εβίτα Κολοκούρη, μέσω του δικτύου mentoring Women on Top που έχουν δημιουργήσει, προχωρούν ένα βήμα πιο πέρα, με τσαγανό, επιμονή και υπομονή να κάνουν τις ιδέες τους πράξη, ιδέες όπως αυτό το χώρο εργασίας και χαράς στο –ισμός. Εξάλλου, μέσα από αυτό το δίκτυο mentoring ξεκίνησε πριν από 3 χρόνια αυτό εδώ το blog όμως περισσότερα για αυτήν την ιστορία θα πω μια άλλη μέρα…
Αυτή η ανάρτηση έγινε σε συνεργασία με το δίκτυο mentoring Women on Top. Αν ενδιαφέρεσαι για συμμετοχή στο summer camp, για μία ή περισσότερες μέρες, πάτα εδώ.
Σε ένα σύντομο πέρασμα από τη συμπρωτεύουσα παίρνω ταξί από την Καμάρα της Θεσσαλονίκης για να με πάει στο αεροδρόμιο. Στο τιμόνι νεαρός (βία 25) εξαιρετικά συμπαθής, εξαιρετικά ευγενικός. «Θέλετε να σας πάω από τον Περιφερειακό ή από την Εγνατία;» η ερώτησή του.
«Ό,τι και να σου απαντήσω θα είναι μπαρούφα γιατί δεν είμαι από εδώ» του απαντάω. Τελικά πήραμε τον Περιφερειακό. «Ξέρετε, είμαι καινούριος», χαμογελάει. «Καλορίζικος», του εύχομαι κι εγώ. Στη διαδρομή μαθαίνω ότι είναι προπονητής παιδικών ομάδων ποδοσφαίρου και τα σαββατοκύριακα δουλεύει το ταξί εναλλάξ με τον πατέρα του και τον συνεταίρο του πατέρα του. Πάντα με το χαμόγελο. Εννοείται ότι «χρησιμοποίησα» τον ευγενή νεαρό ως tour operator ζητώντας του να μου κατονομάσει κάθε δρόμο και κτίριο που περνούσαμε. Έπαιρνα και μπόνους εξτρά πληροφορίες για τα αξιοθέατα της πόλης. Πλησιάζουμε στην περιοχή του αεροδρομίου όταν πιάνει το κινητό του για να τηλεφωνήσει. «Έλα, μπαμπά, έχω μια κυρία στο αμάξι (κεριά και λιβάνια) και την πάω στο αεροδρόμιο. Πώς μπαίνουνε μέσα στο αεροδρόμιο; (!) Πού θα σταθώ; Δεν έχω ξαναπάει κούρσα εκεί. Η φωνή του μπαμπά με τις οδηγίες καταφτάνει από την άλλη μεριά της γραμμής. Είναι και μερικά ζητήματα που δεν τα λύνει το GPS βλέπεις. Στην ελληνική οικογένεια ο μπαμπάς πάντα ξέρει καλύτερα!
Εφηβεία. Δεν έχει κάρτα ούτε λουλούδια. Δεν θέλει καν να σε συνοδέψει στο φιλικό κυριακάτικο γεύμα που σας έχουν καλέσει. Happy mother’s day! Σε τρία χρόνια ίσως γιορτάσουμε πάλι. Την υγειά μας να ‘χουμε!
Είμαι βέβαιη ότι οι περισσότεροι από εσάς τώρα κόβετε λουλούδια στους αγρούς ή ρίχνετε βοτσαλάκια στη θάλασσα. Όμως την Τρίτη τέρμα το πασχαλινό πενθήμερο, θα πάρετε τον δρόμο του γυρισμού προς την πόλη. Και τότε θα είστε λιγότερο ενθουσιώδεις και περισσότερο κουρασμένοι απ’ όσο ξεκινήσατε. Γι’ αυτό εσείς οι οδηγοί (σημείωση: κι εγώ οδηγός είμαι) να είστε διπλά και τρίδιπλα προσεχτικοί στον δρόμο.
Βάλτε τα παιδιά στα ειδικά καθισματάκια – δεν πειράζει, ας σκούζουν. Φορέστε κράνη οι των δικύκλων, ζώνες ασφαλείας οι των τετράτροχων, ιδιαίτερα αυτοί των πίσω καθισμάτων οι οποίοι λέει έχουν 7 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να «βγουν» από το μπαρμπρίζ σε περίπτωση σύγκρουσης. Δεν τα λέω εγώ, τα είπε ο ραλίστας-θρύλος της δεκαετίας του ‘70 και του ’80 Ιαβέρης (κατά κόσμο Τάσος Μαρκουΐζος) σε μια εκδήλωση πληροφόρησης των μαθητών γυμνασίου και λυκείου για την οδική ασφάλεια στα εκπαιδευτήρια Ο Πλάτων.
Καυστικός και γλαφυρός μαζί δήλωσε ότι η άδεια οδήγησης του αυτοκινήτου είναι άδεια οπλοφορίας και το αυτοκίνητο μετατρέπεται σε όπλο μόλις το «βλήμα» μπει μέσα.
Επισήμανε ότι η παραβίαση ερυθρού σηματοδότη (βλέπε κόκκινο φανάρι) δεν αποτελεί αιτία θανάτου αλλά σύμπτωμα της απύθμενης ανθρώπινης βλακείας. Της ηλιθιότητας που ορίζει ότι μεγαλύτερη σημασία έχει να φτάσεις δυο λεπτά νωρίτερα στον προορισμό σου από το να φτάσεις αρτιμελής, εσύ και όσοι απαντήσεις στο διάβα σου.
Και μέχρι να θεραπευτεί η ανθρώπινη βλακεία εκείνος θα παίρνει σβάρνα τα σχολεία να μιλάει σε παιδιά και εφήβους. Να θυμίζει στους θερμόαιμους 16ρηδες ότι το κράνος δεν είναι μόνο για να αποτρέψει τα μυαλά να χυθούν στην άσφαλτο την κακιά την ώρα αλλά και για να επιτρέπει στον οδηγό κάθε ώρα και στιγμή να οδηγεί με ασφάλεια και μεγαλύτερη ταχύτητα (!) κόντρα στο βουητό του αέρα, το κεντρί της μέλισσας, το πετραδάκι που θα εκτοξευτεί από το ελαστικό του προπορευόμενου οχήματος. Να θυμίζει και στους γονείς ότι δεν ξαμολάμε τα παιδιά μας να αλωνίζουν λυτά ανάμεσα στα καθίσματα του αυτοκινήτου αλλά τα δένουμε στο ειδικό καθισματάκι. Ότι δεν ασχολούμαστε με το κινητό, τον φραπέ ή το τσιγάρο μας ως οδηγοί γιατί διασπάται η προσοχή. Ούτε βγαίνουμε στο αντίθετο ρεύμα στους στενούς ελληνικούς επαρχιακούς δρόμους προκειμένου να προσπεράσουμε με ανύπαρκτο ουσιαστικά κέρδος χρόνου γιατί μπορεί να δούμε τον χάρο με τα μάτια μας.
Πάνω απ’ όλα μου έμεινε η προτροπή του Ιαβέρη να θυμίζουμε κάθε φορά στον εαυτό μας πόσο μοναδικοί, αναντικατάστατοι, λατρεμένοι και ανεκτίμητοι είμαστε για τα παιδιά μας, τους γονείς μας και τους άλλους που μας αγαπούν πριν εφαρμόσουμε τη ζώνη ασφαλείας και πιάσουμε νηφάλιοι το τιμόνι. Εσένα πόσες αγκαλιές σε περιμένουν όταν γυρίσεις απόψε ΖΩΝΤΑΝΟΣ στο σπίτι;
Εκείνη την ημέρα το απογευματινό φως του ήλιου περνούσε λες από κάτι αόρατα φίλτρα και χρωμάτιζε αλλιώτικα ό,τι έβλεπα. Απλώς διέσχιζα με το αυτοκίνητο τη Λεωφόρο Πεντέλης σε μια συνηθισμένη διαδρομή και θα έβαζα την οδήγηση στον «αυτόματο» αλλά η τύχη και η ιδιοτροπία του ανοιξιάτικου ήλιου να πέφτει σαν προβολέας σε ό,τι άγγιζε μου έφεραν τρία μαγικά συναπαντήματα.
Σταματώ στο φανάρι για τους πεζούς και να το πρώτο. Γιαγιά συνοδεύει εγγονή επτά-οχτώ χρονών με μικρό σακίδιο – μελισσούλα στην πλάτη. Τι να έχει άραγε μέσα; Βιβλία αγγλικών, πουέντ για το μπαλέτο ή απλώς τα απαραίτητα για την επίσκεψη της δεσποινίδος στο σουπερμάρκετ της γειτονιάς; Η μικρή διασχίζει τη διάβαση χοροπηδώντας ανάλαφρα και σαλεύουν οι κεραίες, αναπηδάνε μπροστά στα μάτια μου και οι κίτρινες και πορτοκαλί ρίγες. Έτοιμες να πετάξουν είναι, μέλισσα και κορίτσι.
Στο επόμενο φανάρι παππούς κρατάει σφιχτά από το χεράκι δίχρονο πιτσιρίκο με μεγάλα μάτια γεμάτα περιέργεια. Ο παππούς έχει περασμένη στον ώμο διάφανη πλαστική τσάντα με αυτοκινητάκια, φτυαράκια και άλλα παραφερνάλια. Τους κόβω να επιστρέφουν από την παιδική χαρά ή το πάρκο. Τα μικρά παπουτσάκια τρέχουν γρήγορα το ένα μπροστά από το άλλο για να προλάβουν τα βήματα του παππού και το πράσινο φανάρι για τους πεζούς. Το ελεύθερο χεράκι κρατάει ένα στρογγυλό κέικ που γεμίζει τη μικρή παλάμη και προσπαθεί να το μπουκώσει ολόκληρο στο στόμα.
Έχω φτάσει πια στον προορισμό μου και παρκάρω σε έναν ήσυχο δρόμο προαστίου. Εκεί με συναντά το τρίτο μαγικό πλάσμα. Νεαρή μαμά με φαρδιά ροζ παντελόνα και ασορτί ζακέτα τρέχει πίσω από ένα ποδηλατάκι με εξάχρονη αναβάτιδα με λαμπερό ροζ κράνος που έχει βάλει φτερά στα πόδια της και διασχίζει κάθετα το δρόμο. Πετάει η αλογουρά της μαμάς, πετάνε και τα πόδια της μικρής στα πετάλια. Ήρθε πια η άνοιξη στην πόλη.
Τι γίνεται όταν μια μέρα η έφηβη κόρη / ο έφηβος γιος σας ζητήσει να σερβίρετε οινοπνευματώδη στο πάρτι γενεθλίων του; – μπορεί να παίζει ακόμα με τον Μπομπ το Μάστορα αλλά μη νομίζεις… σου ’ρχεται! Εδώ σε θέλω κάβουρα! Ένας μπαμπάς αποφάσισε να γλιστρήσει κάτω από την πόρτα της κόρης του το παρακάτω σημείωμα:
Αγαπημένη μου Τζένη,
Η μητέρα σου και εγώ σκεφτήκαμε σοβαρά το αίτημά σου να σερβίρουμε κρασί στο πάρτι γενεθλίων που θα κάνεις για τους φίλους σου. Δεν μπορούμε να το δεχτούμε για τους λόγους που ακολουθούν:
Σε αυτή τη χώρα (ΗΠΑ) είναι παράνομο να σερβίρεις αλκοόλ σε άτομα κάτω των 21.
Αν αγνοούσαμε το νόμο και κάποιο παιδί από το πάρτι σου είχε ατύχημα οδηγώντας το βράδυ (στις ΗΠΑ οδηγούν από τα 16) για να γυρίσει σπίτι του, εμείς ως γονείς σου, θα είμαστε νομικά υπεύθυνοι. Και, πράγμα ακόμα πιο σημαντικό, θα αισθανόμασταν και ηθικά υπεύθυνοι.
Αν κάναμε τα στραβά μάτια και αφήναμε τους φίλους σου να φέρουν τα δικά τους ποτέ, στην ουσία θα λέγαμε «Δεν υπάρχει πρόβλημα αν τα παιδιά σας παρανομούν αρκεί εμείς οι γονείς της Τζένης να προσποιηθούμε ότι δεν ξέρουμε τι συμβαίνει. Κάτι τέτοιο θα ήταν ανέντιμο και υποκριτικό.
Είναι πολύ σημαντικός σταθμός στη ζωή σου να κλείνεις τα δεκαέξι. Ας δούμε μαζί πώς μπορούμε να το γιορτάσουμε με ασφαλή, νόμιμο και διασκεδαστικό τρόπο για όλους μας.
Με αγάπη,
Ο μπαμπάς σου
Βρήκα το γράμμα στο βιβλίο How to Talk So Teens Will Listen and Listen So Teens Will Talk των Elaine Mazlish και Adele Faber. Οι δύο αυτές κυρίες συντονίζουν χρόνια εργαστήρια για γονείς στα οποία διδάσκουν με βιωματικό τρόπο εργαλεία επικοινωνίας που κάνουν πιο αποτελεσματική την επικοινωνία γονέων – εφήβων, εργαλεία που στηρίζονται στο σεβασμό και το νοιάξιμο και από τις δύο πλευρές. Εργαλεία που θα μας βοηθήσουν να τη βγάλουμε καθαρή με τις συγκρούσεις και τις απογοητεύσεις που αναπόφευκτα προκύπτουν καθώς οι έφηβοί μας αναπτύσσονται και προετοιμάζονται να μας αποχωριστούν. Γιατί στη διάρκεια της εφηβείας οι περισσότεροι γονείς νιώθουν την ανάγκη να προστατέψουν, να ασφαλίσουν και να καθοδηγήσουν τα παιδιά τους. Από την δική τους πλευρά οι περισσότεροι έφηβοι νιώθουν την ανάγκη να απομακρυνθούν, να πειραματιστούν και να βρουν μόνοι τους την πορεία τους. Οπότε… μύλος η υπόθεση!
Μου αρέσει ότι προσφέρουν όντως «εργαλεία» και όχι τεχνικές χειραγώγησης της συμπεριφοράς των παιδιών. Α, και αν έχετε μικρότερα παιδιά υπάρχει και το πρώτο εξίσου επιτυχημένο βιβλίο της σειράς How to Talk So Kids Will Listen and Listen So Kids Will Talk που θεωρείται πλέον old classic.
ΥΓ. Ανακάλυψα ότι τα δύο αυτά αγαπημένα μου βιβλία κυκλοφορούν και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη εδώ κι εδώ.
Λίγες μέρες πριν από τα γενέθλια του υιού έπεσα πάνω σε αυτό το όμορφο animation από την Ταϊβάν για την ενηλικίωση και όσο να ‘ναι κάτι χορδές μέσα μου τρίξανε. Ανήμερα των γενεθλίων του, σηκώθηκα το πρωί από το κρεβάτι νωρίτερα από το συνηθισμένο για να φτιάξω το καθιερωμένο πλέον γλύκισμα των γενεθλίων που χρησιμεύει και ως πρωινό: χαλβά σιμιγδαλένιο, αυτό αγαπάει ο εορτάζων.
Και άρχισε η μέρα με εμένα ως άλλη Πυθία να παίρνω εισπνοές πάνω από μια ζεστή κατσαρόλα με γλυκούς ατμούς και ευωδιαστά ξυλαράκια κανέλας. Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπολόγισα σωστά το χρόνο και καθώς πλησίαζε επικίνδυνα η ώρα της αναχώρησης για το σχολείο έμπηξα βιαστικά τα κεράκια του διψήφιου αριθμού μέσα στην καυτή σιμιγδαλένια μάζα, τα άναψα και φώτισαν τα μάτια του και μου χάρισε ένα από τα σπάνια πρωινά χαμόγελα αφού τις υπόλοιπες μέρες ρε μάνα νυστάζει και είναι μουρτζούφλης αλλά όχι σήμερα και μετά που έφυγε για το σχολείο έμεινα να κοίταζα τα δυο σβηστά κερένια νούμερα, 1 και 5 για φέτος, τρία χρόνια μείνανε για να αυτοανακηρυχθεί ενήλικας σκέφτηκα.
Και έχει αρχίσει να μεγαλώνει επικίνδυνα το βαρκάκι του παιδιού που δεν είναι πια παιδί αλλά έφηβος, παρά τρία χρόνια ενήλικος. Και όλο πλησιάζει η μέρα που αντί για βαρκούλα θα φανεί το υπερωκεάνιο που θα τον πάρει σε άλλη γη, σε άλλο μέρος, σε άλλη αγκαλιά, σε “άλλα” γενικώς. Σε εκείνα τα άλλα που εγώ θα είμαι απλώς επισκέπτρια. Έμεινα να γλύφω δυο γαλάζιους κόμπους παραφίνης, τα δυο κερένια ποδαράκια του 1 και του 5 που λιώσανε και απέκτησαν δική τους ζωή μέσα στο χαλβά, ενθύμιο της πρωινής μου βιάσης και με τη μυρωδιά των σβησμένων κεριών να μου γαργαλάει τα ρουθούνια.
In the USA of the rocking 60’s, despite the revolutionary twenty somethings, the acceptable career choices for a woman were three: secretary, teacher or nurse. Having turned down the first two options, Patricia landed in college to become a nurse. She was actually doing exceedingly well because she was taking good care of her patients and had a compassionate nature but she had a feeling this was not her life calling. So, after two years of studying hard, she decided to take a break and went on a life journey to Europe together with her friend Elizabeth. Having little money, they hitchhiked here and there and babysitted for wealthy families of the European bourgeois. In one of these European houses, Patricia had the opportunity to read a book about Dr Maria Montessori. A little later during her European wanderings luck brought her at the doorstep of a Montessori school in Holland. Pure coincidence? There is no such thing. The road was now open. Coming back to America she decided to leave nursing and started her training as a Montessori educator under the supervision of Renilde Montessori (Maria Montessori’s granddaughter) in Toronto, Canada.
I believe it is no accident that in the Montessori tradition, teachers are called guides and schools are referred to as communities. It is a great responsibility and a great honor to guide a child through life, show her the way to grasp joy and knowledge, enable her to bloom.
For the last 15 years Patricia Oriti has been acting as a mentor to the guides of a large number of Montessori communities. She offers them coaching, talks, and seminars that aim to refresh their minds on Dr Montessori’s vision of an education that embraces the body, mind, and soul of a child. I am a keen follower of Patricia for the last ten years and I listen to her each time she makes her annual visit to Greece. Her view that the path to become a better parent can be taken any time, whether your child is 6 months or 16 years old, has always been a source of inspiration and hope for me. There is always room for improvement of the parent-child relationship and opportunities for parents and children to become happier and more functional human beings. As long as we don’t stick to our mistakes, dwell into guilt and self loath, and not allow ourselves to get sick from worrying but focus on the strengths we have developed as parents we can use these strengths to make conscious choices, mindful decisions and set feasible goals.
But what is the basis of Montessori educational system? It is a child-centered pedagogical system that has respect for the child’s personality and feelings, employs its own educational means and encourages learning through the senses and through research. One of Montessori’s main principles is that it acknowledges 5 developmental needs for children:
The need for belonging
The need for independence
The need for movement
The need for expression and communication through language
The need for order (external and internal order)
It is our duty as adults to fulfil these developmental needs of the child at all age levels. Interestingly enough, the Montessori approach divides childhood in four levels: 0-6 years old, 6-12 years old, 12-18 years old, and 18-24 years old. I feel intrigued by the Montessori idea that the traits of the first period (0-6) return in the third period (12-18), that is to say, during adolescence. And, being a mom of a 13 year old, I have observed this idea in practice. Do you feel puzzled that the Montessori people acknowledge a fourth level of childhood that starts after 18? Well, don’t. It is a time in life when the “mature teenager” makes decisions for his role and mission in life. For those of us who never had the intuition and courage to define our mission before the age of 24, we had a hard time in the years that followed!
Another aspect of the Montessori education that I am keen on, is the connection it makes with the activities of everyday life (such as producing and preparing the food we eat, cleaning the space we use, washing our clothes, etc) with an emphasis on contribution towards the community. This way the child is taught to cater for himself and then for his family, for his school, for his neighborhood, and for the broader community and gradually to find out what is his mission in the world.
I feel grateful as a parent in having met Patricia Oriti and for all the support, empowerment and inspiration I have drawn from her. In the last five years, there has been a flourishing of Montessori preschool establishments in Athens. Unfortunately, this flourishing doesn’t move onto the next levels of education due to the rigid Greek law system concerning establishment of school units. However, if you are lucky enough to encounter individuals like Patricia, who are dedicated to their cause, embrace children with love and respect and embrace parents with understanding and encouragement, grab the chance and you will not regret a might-have-been!
Την ιστορία του Δαίδαλου και του Ίκαρου σίγουρα την έχεις διαβάσει και ακούσει και διδαχτεί στο σχολείο. Ο πολυπράγμων Δαίδαλος που από ζήλια φόνευσε τον ανιψιό και προστατευόμενό του Τάλω και εξορίστηκε από τους Αθηναίους για το κρίμα του στην Κρήτη. Εκεί βρήκε καταφύγιο στον βασιλιά Μίνωα μα κάπου στη συνέχεια τα τσουγκρίσανε και ο Μίνωας φυλάκισε μέσα στο Λαβύρινθο τον Δαίδαλο μαζί με τον γιο του Ίκαρο (που είχε στο μεταξύ γεννηθεί από τη σχέση του Δαίδαλου με μια δούλα του Μίνωα).
Ο Δαίδαλος σκαρφίστηκε να φτιάξει φτερά για εκείνον και τον γιο του προκειμένου να δραπετεύσουν από την Κρήτη. Έτσι φορέσανε και οι δυο τα φτερά τους και ξεχυθήκανε στους αιθέρες. Και ο υιός παράκουσε τη συμβουλή του πατέρα να μην πετάει πολύ ψηλά και ενθουσιασμένος πλησίασε τον ήλιο και έλιωσε από τη ζέστη του το κερί που κρατούσε ενωμένα τα φτερά του και πάρτον κάτω στο πέλαγος.
Αυτό που μπορεί όμως να μην σου είπαν οι δάσκαλοί σου ήταν ότι ο Δαίδαλος είχε δώσει και μια δεύτερη συμβουλή στο γιο του: να μην πετάει πολύ χαμηλά, υπερβολικά κοντά στη θάλασσα γιατί το νερό θα βάραινε τα φτερά του και πάλι θα πνιγόταν. Αυτό ξεχνούν να το πουν γονείς και δάσκαλοι όταν προσφέρουν συμβουλές, καθοδήγηση, προσανατολισμό σε αξίες και οράματα.
Εσύ μην το ξεχνάς όμως, και μην ξεχνάς, να το λες και στα παιδιά σου, ο κίνδυνος δεν βρίσκεται μόνο στα πολύ ψηλά, στην πολύ μεγάλη οίηση αλλά και στα πολύ χαμηλά, γιατί αν ονειρεύεσαι συνεχώς πολύ ταπεινά, θα βαρύνουν τα φτερά και δεν θα σε σηκώσουν ποτέ εκεί για να ταξιδέψεις εκεί που θέλεις και λαχταρά η ψυχή σου!
Σάββατο βράδυ, ηλεκτρικός για Μοναστηράκι, περπάτημα στη νυχτερινή και σιωπηλή οδό Αθηνάς μέχρι τη Βαρβάκειο κι εκεί ξαφνικά… πολύς κόσμος. Βρέθηκα εκεί με τον γιο μου (σχεδόν 15) απλώς και μόνο επειδή ανταποκριθήκαμε σε μια πρόσκληση δράσης για την υποστήριξη των αστέγων της Αθήνας που κοινοποιήθηκε στο Facebook από μια ομάδα άγνωστων φίλων σε συνεργασία με το σωματείο Γέφυρα, τα μέλη της οποίας προσφέρουν σημαντική δουλειά στο δρόμο. Οι εικόνες και τα συναισθήματα από εκείνη τη βραδιά είχαν μεγάλη ένταση και για τους δυο μας. Αποφάσισα να τα καταγράψω εδώ κι ας είναι κάπως χύμα κι ανεπεξέργαστα, επειδή τα γραπτά μένουν κι εγώ θέλω να μείνουν και να διατηρηθούν.
Το εγχείρημα γινόταν στην οδό Αθηνάς, απέναντι από τη Βαρβάκειο Αγορά, μέσα και έξω από το χώρο του Συν Αθηνά του Δήμου Αθηναίων. Εμείς βρεθήκαμε εκεί με πρωτοβουλία του αθλητικού συλλόγου στον οποίο ανήκει ο γιος μου. Όταν φτάσαμε στο χώρο είχανε μαζευτεί πάρα πολλά ρούχα και τρόφιμα, υπήρχε ήδη ένα πλήθος εθελοντών, και είχανε δημιουργηθεί ομάδες διαλογής και ομάδες διανομής (για τα ρούχα και τα τρόφιμα). Οι άνθρωποι του αθλητικού συλλόγου μας εξήγησαν πώς λειτουργούσαν τα πράγματα εκεί κάτω από την επίβλεψη της Γέφυρας και μας σύστησαν στον Τάσο. Ρώτησα τον γιο μου σε ποια ομάδα θα ήθελε να συμμετέχουμε, μου είπε διανομή κι έτσι ξεκινήσαμε το κολύμπι από τα βαθιά.
Μας χώσανε στην ομάδα 14 πράγμα που σήμαινε πως έπρεπε να περιμένουμε περίπου μία ώρα μέσα στο νυχτερινό αγιάζι (χαλάλι του). Ευτυχώς φορούσα το κόκκινο σκουφί μου. Για να παρηγορηθούμε από το κρύο πήραμε ένα ζεστό ρόφημα εγώ και μια ζεστή τυρόπιτα ο γιος. Στο μεταξύ στην περιοχή είχε πέσει σύρμα ότι μοιράζονται πράγματα με αποτέλεσμα να έχουν μαζευτεί στο πεζοδρόμιο διάφοροι ενδιαφερόμενοι, όλοι ους δυσκολεμένοι (μετανάστες, χρήστες ουσιών, και κάποιοι άστεγοι) οι οποίοι διεκδικούσαν το μερίδιό τους, λιγότερο ή περισσότερο φωναχτά και κάποιοι δημιουργούσαν εντάσεις. Οι άνθρωποι της Γέφυρας τους έβαλαν στη σειρά και συγχρόνως δημιούργησαν μια αλυσίδα περιφρούρησης για να αποφευχθεί το χάος. Θαύμασα τη σοφή τους αυστηρότητα. Η πολιτική της Γέφυρας είναι να δίνει σε όλους όσους έχουν ανάγκη, ακριβοδίκαια, σε όλους από λίγο για να φτάσουν τα πράγματα γα όσο περισσότερους γίνεται. Ο γιος μου δήλωσε ότι ντρεπόταν να τρώει μπροστά σε αυτούς τους ανθρώπους και κάθισε για λίγο παράμερα μέχρι να τελειώσει.
Κάποτε ήρθε η σειρά μας για δράση. Η ομάδα 14 είμαστε έξι άτομα και συσπειρωθήκαμε γύρω από τον «οδηγό» μας, τον Αντώνη, μέλος της Γέφυρας που είχε περασμένο ταμπελάκι με το όνομα της οργάνωσης στο λαιμό και θα μας καθοδηγούσε στο μικρό μας οδοιπορικό αφού γνώριζε τα στέκια των αστέγων, τα ονόματά τους και θα μας προφύλασσε από τις κακοτοπιές του δρόμου.
Ξεκινήσαμε. Η βόλτα μας υπήρξε αρκετά μεγάλη διότι οι άστεγοι που συναντούσαμε είχαν ήδη πάρει πακέτο βοήθειας από τις προηγούμενες ομάδες εθελοντών. Φτάσαμε στο Μεταξουργείο και γυρίσαμε μέσω Ομόνοιας. Ο καθένας από τους έξι μας κρατούσε από μια σακούλα τρόφιμα. Παρακολουθούσα με διακριτικότητα τον γιο μου να παρατηρεί ή μάλλον να «ρουφάει» το περιβάλλον: κινέζικα μάρκετ με υπερμεγέθεις ταμπέλες με ιδεογράμματα με τα φώτα τους ακόμα ανοιχτά, φθηνά εστιατόρια με έθνικ κουζίνες, ασιατικές, ρωσικές, και άλλες, μεγάλες αντρικές παρέες μεταναστών με θυμό στο βλέμμα στα πεζοδρόμια, είσοδοι μπουρδέλων στη σειρά βαμμένες σε ζωηρά χρώματα, το απαραίτητο φωτάκι, ανοιχτή πόρτα και φανερή κίνηση θαμώνων, τοξικομανείς που ετοιμάζανε τη δόση τους στα πεζοδρόμια σε κάτι καπάκια μπίρας, ένα στενό σπαρμένο με χρησιμοποιημένες σύριγγες και τις νάυλον συσκευασίες τους, κάτι εγκαταλειμμένα κουφάρια νεοκλασικών που κάποτε στέγαζαν το εμπορικό στο ισόγειο και τη φαμίλια στον όροφο, άλλα πιο ταπεινά μονώροφα εμπορικά κι αυτά ερημωμένα… Και βέβαια ένα σωρό συμπολίτες μας με όψη ταλαιπωρημένη από κακουχίες, άδειο βλέμμα, που συχνά μιλάνε μόνοι τους, και που οι χαρές τους, οι αγωνίες και οι φόβοι τους χωρούν σε ένα σούπερ σάιζ χαρτόκουτο και δύο νάυλον σακούλες.
Τελικώς οι δικές μας σακούλες μας με το περιεχόμενό τους βρήκαν τον προορισμό τους σε μια ομάδα Σύρων προσφύγων που περίμεναν το πούλμαν που θα τους οδηγούσε στα σύνορα κι από εκεί στο όνειρο της βόρειας Ευρώπης. Κάποιοι εξ’ αυτών μας ευχαρίστησαν ιδιαίτερα θερμά, κάποιοι άλλοι μας κοίταζαν κουμπωμένοι. Και τα δύο αναμενόμενα.
Δεν θα μιλήσω για την αλληλοβοήθεια που εννοείται ότι ήταν ο πυρήνας αυτής της δράσης. Θα μιλήσω για γνώση, για γνωριμία με τον άλλο, τον αποτυχημένο, τον σκοτεινό άλλο (και τη σκοτεινή πλευρά του δικού σου εαυτού), αυτόν που δεν ξέρεις, πιθανότατα δεν γουστάρεις να γνωρίσεις και που προτιμάς να σκέφτεσαι ότι δεν υπάρχει. Και όχι, το ότι είσαι άστεγος δεν σε κάνει αυτομάτως συμπαθή, καθένας έχει το χαρακτήρα του και σίγουρα φέρει και ένα μερίδιο ευθύνης για το ότι βρέθηκε σ’ αυτή τη θέση, χωρίς να μπορεί ή χωρίς να θέλει να ζητήσει βοήθεια από το προσωπικό του ανθρώπινο δίχτυ ασφαλείας. Σε μια εποχή που η πλειονότητα των οικογενειών με παιδιά έχει μετοικήσει στα προάστια, δεν έχει σημασία αν αυτά είναι βόρεια ή δυτικά, προάστια ευκατάστατων αστών ή μικρομεσαίων, τα παιδιά και κυρίως οι έφηβοι έχουν ξεκόψει από τον ιστό της πόλης, την πραγματικότητά της, τις εικόνες της, τους κινδύνους της, το πολυποίκιλο ανθρώπινο δυναμικό της. Και προσωπικά βρίσκω εντελώς απαραίτητο για αυτά τα παιδιά, ιδίως τα μεγαλύτερα, να μάθουν από πρώτο χέρι τι συμβαίνει στην καρδιά της πόλης, πώς γίνονται οι δοσοληψίες στην κεντρική αγορά, να κόψουν φάτσες, να ζυγίσουν βλέμματα, να ξεχωρίσουν αληθινά από ψεύτικα χαμόγελα, να νιώσουν πώς είναι να μιλούν γύρω τους ξένες γλώσσες (εκτός της αγγλικής) και να μην καταλαβαίνουν γρι και πάνω απ όλα να γνωρίσουν τους συμπολίτες τους που οι χαρές τους, οι αγωνίες και οι φόβοι τους χωρούν σε ένα σούπερ σάιζ χαρτόκουτο και δύο νάυλον σακούλες.
Ο Κ όταν είδε την κατάσταση των ανθρώπων στα πεζοδρόμια είπε «Ξέρεις, κάποιοι συμμαθητές μου δεν θα πιστέψουν ότι αυτά που είδα, υπάρχουν». Κι αν δεν συνειδητοποιήσουν ότι ο παραλογισμός, η αθλιότητα, η αδικία και η ασχήμια υπάρχουν, τότε πώς κάποια από αυτά τα παιδιά θα θυμώσουν με αυτά για να τα ανατρέψουν και να γίνουν μέρος της λύσης σε μερικά χρόνια. Με τη συμμετοχή τους σε τέτοιου είδους δράσεις ανακαλύπτουν πως είναι ικανά να κάνουν πράγματα για να αλλάξουν καταστάσεις.
Δεν ξέρω αν κατάφερα να σας παρασύρω μέσα στο λαβύρινθο της νυχτερινής Αθήνας, που μιλάει πολλές γλώσσες, που πεινάει, που βρωμάει, που χτυπάει ενέσεις, που εκδίδεται, και που αν παραδεχτούμε την ύπαρξή της στον εαυτό μας και στα παιδιά μας, υπάρχει η ελπίδα την αλλάξουμε. Με πολλή και «βρώμικη» δουλειά.
Εδώ θα βρείτε τα στοιχεία επικοινωνίας της Γέφυρας, αν θέλετε να προσφέρετε το χρόνο σας ή τον οβολό σας.