Το παρών πρωτοδημοσιεύτηκε στις 29/8/2014 στην [ilink url=”http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=29%2F08%2F2014&id=445113″]Ελευθεροτυπία[/ilink].
Εκείνο το απόγευμα βρέθηκα σε μια μικρή ακρογιαλιά του νησιού, μακριά από το σπίτι. Πρώτα έδυσε ο ήλιος, όχι μέσα στο νερό όπως στις καρτ ποστάλ αλλά πίσω από το ξερό κυκλαδίτικο βουνό που προστάτευε τον κόλπο. Και τα ‘βαψε όλα ροζ, όσο χρειαζόταν για να μου μελώσει τη διάθεση.
Το βρεγμένο μαγιό διέκοψε το ρομάντζο μου με τον ουρανό. Με στεγνό φουστάνι εγκαταστάθηκα στο ταβερνάκι, να συνεχίσω τον έρωτά μου εκ του ασφαλούς. Σύντομα έφυγαν και οι τελευταίοι κολυμβητές. Σουρούπωνε. Μακριά από τη βοή του δρόμου και τα αυτοκίνητα μπορούσα να ακούω πεντακάθαρα το διακριτικό παφλασμό του κύματος στην άμμο, αργό, επαναλαμβανόμενο, θεραπευτικό, ηδονικό. Και μετά εμφανίστηκε. Το φεγγάρι. Γεμάτο. Χαριεντίστηκε με τη θάλασσα, άνοιξε μέσα της δρόμο ασημί. Πέρασε και ένα φωτισμένο καράβι στον ορίζοντα. Ξαναπήγα δίπλα στο κύμα. Κοίταξα το φεγγάρι, κοίταξα το πλοίο, άκουσα το κύμα που έσκαγε στα πόδια μου, με αυτή τη σειρά, ξανά και ξανά. Φεγγάρι, πλοίο, παφλασμός. Αγία Τριάς. Μέχρι που το πλοίο χάθηκε.
Επέστρεψα στην καρέκλα μου. Δυο-τρία ζευγάρια είχαν εγκατασταθεί σε ισάριθμα τραπέζια. Κοιτούσαν το φεγγάρι, που και που μιλούσαν χαμηλόφωνα. Την προηγούμενη νύχτα, σε ένα πολυσύχναστο καφέ της Χώρας, δυο ελληνοπρεπή καμάκια είχαν αγκαζάρει δυο βόρειες μαυρισμένες ξανθούλες. Πίναν μπίρες. Η πανσέληνος κρεμόταν αυτάρεσκα από πάνω τους. Ο ένας εκ των δύο αγγίζει το μπράτσο της δικιάς του ξανθιάς καλλονής και της λέει «Look. Moon: φε-γγά-ρι. Little moon: Φεγγαράκι. Moon: φεγγάρι. Φεγγαράκι: moon-aki. Κι έσκασε στα γέλια μαζί με τον φίλο του. Ευχαριστημένος από το αστείο του, το επανέλαβε ακόμη μια φορά. Τα κορίτσια χαζογέλασαν χωρίς να καλοκαταλαβαίνουν.
Το κύμα πάφλαζε πάντα αργά και ρυθμικά. Πλήρωσα τον λογαριασμό κι έφυγα. Σε όλη τη διαδρομή ένιωθα τη νωπή άμμο στις σαγιονάρες μου. Φεγγάρι, πλοίο, παφλασμός. Με αυτήν τη σειρά.