Ευχαριστήριο γράμμα στο φετινό καλοκαίρι

Μετά από έναν συναισθηματικά πολύ δύσκολο χειμώνα ήρθε το καλοκαίρι. Και έφτασε η ώρα που θα ξαναέκανα διακοπές! Για 15 ημέρες βουτούσα ανελλειπώς στο  θαλασσινό νερό και ανέπνεα τον λεπτό νησιώτικο αέρα. Φεύγοντας δίπλωσα με ευγνωμοσύνη μέσα στα μπαγκάζια της επιστροφής στιγμές ομορφιάς για τους επόμενους μήνες.

Όταν ξεκινάς τις διακοπές με καινούρια πέδιλα – δώρο νιώθεις να ξαναγίνεσαι πάλι παιδί!

Τα πρώτα θαλασσινά λάφυρα. Ξέρεις πια ότι είσαι στο νησί.

Πίνεις δροσερούς χυμούς το απομεσήμερο σε μια παχιά σκιά με την ξαδέλφη σου.

Καθώς περπατάς για τα ψώνα της ημέρας στο φούρνο και στο χασάπη στη Χώρα κρυφοκοιτάς τις εξώθυρες στα στενά.

Ταξιδεεύεις με τον νου έναν αιώνα πίσω στην ιστορία του νησιού πίσω από τη σήτα ενός παραθύρου.

Σε γαργαλάει η σκέψη πώς θα ήταν αν ήσουν εσύ πάνω στο πατίνι στην πλατεία του χωριού.

Θαυμάζεις μια μερακλίδικη αυλή.

Μπιράζεσαι με τη μητέρα σου μαραθοτηγανίτες για βραδινό.

Ζηλεύεις τη γάτα σου που αράζει στα πιο αεράτα πεζούλια.

Θυμάσαι παλιές ιστορίες της Βίβλου από το σχολείο.

Χαίρεσαι να ακούς την άμμο να σπάει κάτω από τα αθλητικά σου και να ανακαλύπτεις συστάδες από ντελικάτα κρινάκια της θάλασσας.

Περνάς από τη γειτονιά ενός χωριού που την έχει αγγίξει κάπως βάναυσα ο χρόνος και θαρρείς πώς βρίσκεσαι σε πλάνο ταινίας του Αγγελόπουλου.

Χαμογελάς αυθόρμητα και χαίρεσαι με το χιούμορ και την επιχειρηματική ευφυία κάποιων μαγαζατόρων.

Αγκαλιάζεις και αγαπάς την ανάμειξη αρχιτεκτονικών ρυθμών και ανθρώπιων δοξασιών.

Αφήνεις τις αισθήσεις σου να πολιορκηθούν από την απρόσμενη ευωδιά και τα ζουμιά μιας ντομάτας τριαντάφυλλο σερβιρισμένης με μπόλικη κάπαρη.

Παρασύρεσαι από τη γοητεία της απλότητας που απλώς υπάρχει και δεν ξέρει από ντιζάιν και μάρκετινγκ.

Χαίρεσαι που το νησί σου απέκτησε ανταλλακτική βιβλιοθήκη.

Με όμορφα βιβλία και όμορφα τσιτάτα.

Καμαρώνεις τα περήφανα πλεούμενα στο λιμάνι όπως έκανε άλλοτε ο μπαμπάς σου και εσύ μαζί με τον μπαμπά σου. Και ξέρεις πως αν ήσουν πλοίο θα σου άρεσε να σε λεν κι εσένα Ability.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Περπατώντας το καλοκαίρι

«Στην ελληνική μυθολογία ο Καιρός είναι η προσωποποίηση της τύχης, της τυχερής στιγμής που πρέπει κανείς να αδράξει, η ικανότητα να παρέμβει αποτελεσματικά στη ροή των γεγονότων» γράφει η Yvonne Mostard από την Ολλανδία κάτω από την εικαστική της δημιουργία, ένα γυναικείο κεφάλι που το στεφανώνουν κλαδιά αμπελιού και φύλλα χρυσού.

User comments
User comments

Μία τέτοια μικρή και τυχερή στιγμή άδραξα όταν αποφάσισα να γίνω κομμάτι της «εικαστικής περιπλάνησης» στον Μουντάδο της Τήνου που ευαγγελιζόταν μια αφίσα. Στα λημέρια της τέχνης έχουμε μάθει συχνά οι λέξεις άλλα να λένε και άλλα να εννοούνε γι’ αυτό δεν ήμουν απολύτως βέβαιη τι περιλάμβανε μια εικαστική περιπλάνηση ωστόσο, η αγγλική μετάφραση art walking για τους αλλοδαπούς δεν μου άφηνε και πολλές αμφιβολίες. Η αγγλική έχει λιγότερα τερτίπια: Waling is walking! Θα περπατούσαμε λοιπόν. Είχα και καλή παρέα. Μέσα!

mountados_5

Έτσι ανακάλυψα ένα χωριό από τα λιγότερα γνωστά του νησιού με σπιτάκια ταπεινά και μερικά λιγότερο ταπεινά που κατηφόριζαν μια τυπική ξερή κυκλαδίτικη πλαγιά και είχαν γύρω τους έναν μικρό φτιαχτό παράδεισο με λουλούδια και δέντρα φυτεμένα από χέρι ανθρώπου, με ασβεστωμένες αυλές και αυλόθυρες με κιγκλιδώματα. Και βέβαια ατελείωτα σκαλιά και περιποιημένα πλακόστρωτα.

Τα εικαστικά δημιουργήματα-σκοπός της περιπλάνησης, καμωμένα από τα χέρια καλλιτεχνών από όλη την Ευρώπη, είχαν το καθένα το δικό του ενδιαφέρον και ήταν στρατηγικά τοποθετημένα δίπλα σε κάθε ξινάρι (δηλαδή δημόσια βρύση με μαρμαρένια ξόμπλια) του χωριού. Όπως καταλάβατε, είχε πολλές βρύσες! Ως άλλοι κοντορεβυθούληδες ψάχναμε για σημάδια στις πλάκες που πατούσαμε ενώ ρίχναμε και ματιές στον καλαίσθητο χάρτη-οδηγό που είχε τυπωθεί για την περίσταση και περίμενε τους επισκέπτες στο έμπα του χωριού σε πολλά αντίτυπα στοιβαγμένα με βότσαλο στην κορυφή για το φόβο του αέρα μαζί με κέρασμα αμυγδαλωτό που η εν λόγω λιχούδα καταχώνιασε στην τσέπη για να το χαρεί στο τέλος της διαδρομής.

User comments
User comments

Κάπου ανάμεσα στους αριθμούς και τα πατήματα του χάρτη μαγνητίστηκα από τον ήχο μιας ψαλμωδίας, που ακουγόταν πολύ φιλική, του κόσμου ετούτου και όχι του επέκεινα, και ήθελα οπωσδήποτε να βρω την πηγή της. Έτσι, παρεκκλίναμε με τη φίλη μου από τα εικαστικά καλούδια για να βρεθούμε μερικά σκαλιά πιο πάνω, σε ένα εκκλησιδάκι «αρχαίο» όπως με πληροφόρησε ένας γηγενής, μια Παναγίτσα σε μέγεθος δωματίου, ασβεστωμένη απέξω, με χοντρούς πέτρινους τοίχους και ξύλινα τέμπλα ζωγραφισμένα πολύχρωμα μια φορά και έναν καιρό από το χέρι λαϊκού καλλιτέχνη.

User comments
User comments

Μέσα, οι ψάλτες άρρενες κάτοικοι του χωριού υμνούσαν εκείνον που πίστευαν χωρίς  περιττά. Σιγά-σιγά το εκκλησίασμα πλήθαινε, μαζευόταν κόσμος, ακόμα και έφηβοι, όλοι με τα καλά τους. Οι περισσότεροι μπαίνανε μέσα, ανάβανε το κερί τους, προσκυνούσανε και κάθονταν να ακούσουν τη λειτουργία στο πεζούλι του αυλόγυρου, γιατί μέσα την εκκλησία-κόσμημα ο αέρας ήταν λιγοστός και ζεστός. Εκεί αγκυροβολήσαμε κι εμείς. Ευτυχώς φορούσα κι εγώ τα σχετικώς καλά μου. Δεν θα ήθελα να αποτελώ παραφωνία σε εκείνη την τόσο αληθινή γιορτή.

skalopatia_mountados

 

Με το αμυγδαλωτό στην τσέπη, πολλές εικόνες τυπωμένες στον σκληρό του εγκεφάλου και λίγες στο κινητό πήραμε το δόμο της επιστροφής καθώς έδυε ο ήλιος. Οι παρευρισκόμενοι μάλλον γνωρίζονταν όλοι μεταξύ τους γιατί πριν προλάβω να κατέβω τα σκαλάκια που χώριζαν την Παναγίτσα από το μονοπάτι άκουσα τα δύο γερόντια που καθόντουσαν δίπλα μου να συνομιλούν μεταξύ τους: «Από πού ήταν η κοπέλα;»

looking_up_1

Συνεχίστε την ανάγνωση