Την προσοχή μου κίνησε ο ήχος από μαχαιροπίρουνα και πιάτα που συνοδεύουν το στρώσιμο τραπεζιού από την αυλίτσα ενός γείτονα, αθέατη στο εσωτερικό της από τις φυλλωσιές. Με συν-κίνησε αυτός ο ήχος μέχρι βαθιά μέσα μου όσο δεν φαντάζεσαι!

Είναι τόσο λίγες οι μονοκατοικίες πια, και ακόμη λιγότεροι οι άνθρωποι που χρησιμοποιούμε την αυλή ή το μπαλκόνι μας για να μοιραστούμε συνηθισμένες στιγμές του ιδιωτικού μας βίου, όπως το φαγητό, τη σιέστα ή το διάβασμα ενός βιβλίου και ένιωθα τόσο απομόνωση τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου στην καυτή και εγκαταλειμμένη πόλη που αυτά τα γκλιν-γκλαν από τα μαχαιροπίρουνα μου ξυπνήσανε μια παρόρμηση να ορμήσω στην αυλή του άγνωστου γείτονα και να του πω “βάζεις ένα πιάτο και για μένα μπάρμπα/ξάδελφε” πράγμα που δεν έκανα φυσικά γιατί δεν είμαι τόσο παρορμητικός άνθρωπος.
Μετά είδα πως άνοιξε το μινιμάρκετ της γειτονιάς μου μετά από το απαραίτητο δεκαπενθήμερο της ξεκούρασης και μπήκα με πρόφαση την αγορά ενός αναψυκτικού αλλά πιο πολύ για να καλωσορίσω τη συμπαθή ιδιοκτήτριά του, μια συνομήλική μου γυναίκα.
Οι ήσυχες μέρες του Αυγούστου τελειώσανε. Καλώς να μας έρθει ο Σεπτέμβριος αύριο μαζί με τους τελευταίους διακοπεύοντες φίλους μας! Ανοίξαμε την αγκαλιά μας και σας περιμένουμε!